ΑΡΠΕΔΟΝΑΠΤΗΣ ΓΕΩΜΕΤΡΙΚΗ ΣΥΜΒΑΤΟΤΗΤΑ:ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΕΓΓΡΑΦΕΣ & Η ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗ ΤΗΣ ΓΕΩΜΕΤΡΙΑΣ

Με τον αρχικό νόμο για την κτηματογράφηση (2308/1995) και τις τεχνικές προδιαγραφές που ακολούθησαν, εισήχθησαν δύο βασικές έννοιες ο κτηματολογικός πίνακας και το κτηματολογικό διάγραμμα.

Ο κτηματολογικός πίνακας περιλαμβάνει το σύνολο των ισχυόντων εγγραπτέων δικαιωμάτων ανά ακίνητο, το όποιο περιγράφεται από έναν δωδεκαψήφιο κωδικό αριθμό που ονομάζεται Κ.Α.Ε.Κ. (Κωδικός Αριθμός Εθνικού Κτηματολογίου). Αυτά τα δικαιώματα συλλέγονται κατά την περίοδο της κτηματογράφησης και μετά από διάφορες φάσεις, ανάλογα με την ισχύουσα νομοθεσία της εκάστοτε μελέτης, διαμορφώνουν του τελικούς κτηματολογικούς πίνακες το περιεχόμενο των οποίων θα αποτελέσει τις πρώτες ή αρχικές εγγραφές στα φύλλα του κτηματολογικού βιβλίου.

Το κτηματολογικό διάγραμμα συντάσσεται και αυτό κατά την περίοδο της κτηματογράφησης και απεικονίζει τα γεωμετρικά (χωρικά) στοιχεία των ακινήτων, που η νομική πληροφορία έχει καταχωρηθεί στους κτηματολογικούς πίνακες. Το κοινό στοιχείο των κτηματολογικών πινάκων (ή βιβλίων μετά το πέρας της κτηματογράφησης) και των διαγραμμάτων είναι ο Κ.Α.Ε.Κ. Γνωρίζοντας τον αριθμό αυτό μπορεί να έχει κανείς εύκολη πρόσβαση και στα δύο είδη πληροφοριών, τη νομική και τη χωρική.

Η πιο πάνω διάκριση είναι σημαντική για να μπορέσει κάποιος να καταλάβει το πεδίο εφαρμογής των άρθρων 6 και 7 του νόμου 2664/1998 περί προθεσμίας αμφισβήτησης και οριστικοποίησης των πρώτων εγγραφών. Ειδικότερα οι πρώτες εγγραφές που καταχωρίζονται ως αρχικές στο κτηματολογικό βιβλίο μπορούν να αμφισβητηθούν εντός 7 ετών (ή 14 έτη για τις κτηματογραφήσεις που ξεκίνησαν πριν από την ισχύ του Ν. 3481/2006, ΦΕΚ Α 162). Το χρονικό διάστημα αμφισβήτησης και τελικά οριστικοποίησεις των αρχικών (πρώτων) κτηματολογικών εγγραφών έχει ως αφετηρία την ημερομηνία μετάβασης της κτηματογραφημένης περιοχής σε καθεστώς Κτηματολογίο. Έτσι η ημερομηνία αυτή δεν ταυτίζεται με την ημερομήνια έναρξης της κτηματογράφησης, που είναι προγενέστερη. Επίσης, επειδή η κτηματογράφηση πραγματοποιήθηκε χρησιμοποιώντας την προ-Καποδίστρια διοικητική διαίρεση της χώρας (Δήμοι-Κοινότητες), είναι σύνηθες περιοχές που υπάγονται στο ίδιο Κτηματολογικό Γραφείο να έχουν διαφορετική ημερομηνία ένταξης στο καθεστώς του Κτηματολογίου.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο καθορισμός του χρονικού αυτού διαστήματος οριστικοποίησης των πρώτων εγγραφών δέχθηκε κάποιες αναθεωρήσεις, μέχρι να καταλήξει σ' αυτό που μόλις αναφέρθηκε. Με τον αρχικό νόμο για τη λειτουργία του Εθνικού Κτηματολογίου τον 2664/1997 η προθεσμία ήταν 5 έτη ή 7 έτη για το Ελληνικό Δημόσιο και τους κατοίκους εξωτερικού. Στο "άρθρο πέμπτο" του νόμου 3559/2007[εδώ] αυτό αλλάζει και γίνεται 8 έτη και 10 έτη αντίστοιχα, για να αλλάξει στη συνέχεια, σε 10 έτη και 12 έτη με το νόμο 4164/2013. Όλες αυτές οι αλλαγές αφορούσαν παλαιές κτηματογραφήσεις (προ της ισχύος του Ν.3481/2006). Το σημερινό χρονικό διάστημα που καταργεί τη διάκριση μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου, κατοίκων εξωτερικού και εσωτερικού καθορίζεται με το άρθρο 37 του νόμου 4361/2016[εδώ].[*]Για τις περιοχές που δεν έχουν οριστικοποιηθεί οι εγγραφές ισχύει ως καταληκτική ημερομηνία η 30/11/2024

Όπως γίνεται κατανοητό από τις πιο πάνω παραγράφους ο κτηματολογικός πίνακας είναι ένα ξεχωριστό αντικείμενο από το κτηματολογικό διάγραμμα η δε οριστικοποίηση των πρώτων (αρχικών) εγγραφών μετά την παρέλευση 7ετίας (ή 14ετίας) δεν αποκλείει το δικαίωμα διόρθωσης των γεωμετρικών στοιχείων του ακινήτου. Η μόνη εξαίρεση στην πιο πάνω διατύπωση είναι συνολική "εξαφάνιση" ολόκληρου γεωτεμαχίου, μιας και τότε χάνεται το εμπράγματο δικαίωμα. Μόνο σ' αυτή τη περίπτωση δε μπορεί να γίνει διόρθωση γεωμετρικών στοιχείων μετά το πέρας του συγκεκριμένου διαστήματος.

ΤΟ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΟ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ & Η ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΔΙΟΡΘΩΣΗΣ

Η ύπαρξη κτηματολογικών διαγραμμάτων στο Εθνικό Κτηματολόγιο δίνει τη δυνατότητα στον κάθε ενδιαφερόμενο, αφού καταβάλλει το αντίστοιχο αντίτιμο, να προμηθευτεί τη γεωμετρική πληροφορία για το σχετικό γεωτεμάχιο. Η γεωμετρική πληροφορία παρέχεται διαμέσου του Κτηματογραφικού Διαγράμματος και περιλαμβάνει τις συντεταγμένες των κορυφών του γεωτεμαχίου στο Εθνικό Γεωδαιτικό Σύστημα Αναφοράς 87 (ΕΓΣΑ 87) καθώς και την τιμή του εμβαδού του κατά το Κτηματολόγιο.
Προσοχή όμως αυτές οι συντεταγμένες δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη χαράξη ορίων ιδιοκτησίας, δεν είναι δηλαδή αποδεικτικές των ορίων του γεωτεμαχίου αλλά ενδεικτικές. Γι αυτό και οι αποκλίσεις τόσο ως προς τη θέση όσο και προς τα υπόλοιπα γεωμετρικά στοιχεία του γεωτεμαχίου (εμβαδό, μήκη πλευρών, συντεταγμένες κορυφών) δεν πρέπει να μας ανησυχούν ως ένα βαθμό "Το καταχωρισθέν στο Κτηματολόγιο εμβαδόν του ακινήτου και μόνο δεν αποτελεί προσδιοριστικό στοιχείο της ταυτότητας του ακινήτου..." άρθρο 13α, Ν.3481/2006 (ΦΕΚ Α 162- εδώ).
Με το ίδιο άρθο εισάγονται στο θεσμό του Κτηματολογίου οι έννοιες της αποδεκτης απόκλισης στο εμβαδό "...Με απόφαση του Ο.Κ.Χ.Ε., καθορίζεται ο τρόπος υπολογισμού, επί το μείζον ή ελάσσον, της αποδεκτής αποκλίσεως της τιμής του καταχωρισθέντος στο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου εμβαδού, σε σχέση προς τη τιμή που προκύπτει από την εμβαδομέτρηση με μέθοδο ακριβέστερη από την προβλεπόμενη στις τεχνικές προδιαγραφές σύνταξης του Εθνικού Κτηματολογίου...", καθώς και της ζώνης κανονισμού ορίων "Με όμοια απόφαση, στην οποία λαμβάνονται υπόψη οι τεχνικές προδιαγραφές σύνταξης του Εθνικού Κτηματολογίου, προβλέπεται ο τρόπος αποτύπωσης στο κτηματογραφικό διάγραμμα «ζώνης κανονισμού ορίων» περιμετρικά εκάστου γεωτεμαχίου..." με σκοπό να εξασφαλησθεί η συμβατότητα στα γεωμετρικά στοιχεία μεταξύ Κτηματολογίου και Τίτλων Ιδιοκτησίας, ώστε οι διαφοροποιήσεις να μην δημιουργούν πρόβλημα στις συναλλαγές.

Σε περίπτωση που οι πιο πάνω έννοιες δεν ικανοποίουνται τότε ο ενδιαφερόμενος θα πρέπει να διορθώσει τα όρια του γεωτεμαχίου στο Κτηματολόγιο βάσει της διαδικασίας που αναφέρεται στη παράγραφο 2 του άρθρο 13α "...Σε περίπτωση μη συμβατής, κατά την ανωτέρω έννοια, τιμής του εμβαδού που αναγράφεται στην προς καταχώριση πράξη, καθώς επίσης σε περίπτωση μη συμβατού, κατά την ανωτέρω έννοια, τοπογραφικού διαγράμματος που επισυνάπτεται στην προς καταχώριση πράξη, ο προϊστάμενος του Κτηματολογικού Γραφείου αποφασίζει, στο πλαίσιο του διενεργούμενου ελέγχου νομιμότητας, αν μπορεί να καταχωρίσει απευθείας την πράξη, χωρίς την προηγούμενη διόρθωση, εν όλω ή εν μέρει, της εγγραφής στο Κτηματολόγιο σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού, υπό την προϋπόθεση ότι έχει υποβληθεί αίτηση διόρθωσης των γεωμετρικών στοιχείων σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 19 παρ. 2 του νόμου αυτού".

Η διαδικασία διόρθωσης της παραγράφου 2 του άρθρου 19 του Ν.2664/1996 για τη διόρθωση γεωμετρικών στοιχείων αναφέρει: "Αν υπάρχουν σφάλματα που αφορούν σε γεωμετρικά στοιχεία των κτηματολογικών εγγραφών, ο Προϊστάμενος του Κτηματολογικού Γραφείου προβαίνει σε διόρθωση, ύστερα από αίτηση όποιου έχει έννομο συμφέρον...".
Η διατύπωση "...σφάλματα που αφορούν γεωμετρικά στοιχεία των κτηματολογικών εγγραφών...", αποσαφηνίζει πως κάθε αίτηση διόρθωσης της παρ. 2 του άρθρου 19 (ή αλλιώς Αίτηση Διόρθωσης Γεωμετρικών Σφαλμάτων) θα πρέπει να αποδεικνύεται από τους καταχωρημένους τίτλους των κτηματολογικών εγγρφών και τα συνημμένα σε αυτούς τοπογραφικά διαγράμματα. Συνεπώς δεν αρκεί να υπάρχει μόνο τοπογραφικό διάγραμμα συντασσόμενο με ακριβέστερη μέθοδο από εκείνη του Κτηματολογικού Διαγράμματος, αλλά θα πρέπει αυτό είναι συνημμενο και σε καταχωρημένο στο Εθνικό Κτηματολόγιο Τίτλο.

Στην περίπτωση που αυτό δεν είναι δυνατόν (η διόρθωση με αίτηση 19,2) υπάρχει πάντα η επιλογή της προσφυγής στη Δικαοσύνη και στο Κτηματολογικό Δικαστή.